Εγω, ο αποστάτης,
σαράντα χρόνια
μακριά Σου,
αρνητής καί
αντίπαλός Σου,
βδέλυγμα και
σκύβαλο,
ασυνείδητο όργανο
του αντικειμένου,
στο όνομα μιας
δήθεν ελευθερίας..
Καί Εσύ, ο αιώνια
χαμένος και εσαεί Εσταυρωμένος,
με στήριζες με
την πρόνοιά Σου,
σαράντα χρόνια
που Σε αγνοούσα
και Σέ πολεμούσα.
Κι ας Σε πονούσαν
τα καρφιά που Σού κάρφωνα.
Με στήριζες πάνω
από τον σταυρό που Σού ετοίμασα,
εγώ, τό βδέλυγμα της
αποστασίας
Καί δεν μού
έστειλες τον μεγάλο πειρασμό..
«Πάτερ, άφες
αυτόν, ού γαρ οίδε τι ποιεί»
Περίμενες.
Περίμενες 40
χρόνια τον άσωτο να επιστρέψει.
Τον άσωτο, τον
αποστάτη, το άρρωστό Σου το παιδί,
πού πέθαινε μακριά
σου, σαράντα τόσα χρόνια.
Και όταν,
απελπισμένος, εκέκραξα πρός Σέ,
μέ εισάκουσες.
Με πήρες στην
αγκαλιά Σου,
σαν να μην συνέβη
τίποτα,
σαράντα τόσα
χρόνια.
Με χάιδεψες
στοργικά και μού είπες:
«Ελα τώρα, παιδί
μου, να σού μάθω δύο πράγματα: Πώς να Με αγαπάς με όλη σου την ύπαρξη
και πώς να αγαπάς
τον πλησίον σου ως σεαυτόν.
Ινα ήτε έν, ως
καί Ημείς έν Εσμέν»
Εγώ, το αχάριστο βδέλυγμα
της αποστασίας,
Σε παρακαλώ, να
με στείλεις στον αιώνιο Άδη που μου αξίζει,
για να μάθω κι
από εκεί να αγαπώ τον πλησίον μου ως εμαυτόν,
και Εσένα, με όλο
τον νού μου, όλη την καρδιά μου και όλη την δύναμή μου.
«Ότι την ανομία
μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστί διά παντός».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου